- ἐμπειροπόλεμοι
- ἐμπειροπόλεμοςexperienced in warmasc/fem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κονδοτιέρος — (condothiero). Ο αρχηγός μισθοφορικών στρατευμάτων κατά τον Μεσαίωνα. Αργότερα επικράτησε αυτός ο χαρακτηρισμός γενικά για όλους τους μισθοφόρους και επιπλέον για τους πολεμιστές των άτακτων ομάδων, οι οποίες, στη διάρκεια της μάχης, βοηθούσαν… … Dictionary of Greek
Θράκη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Αναφέρεται ότι ήταν κόρη του Ωκεανού και της Παρθενόπης, αδελφή της Ευρώπης. Η Θ. ονομαζόταν Τιτανίς από τον Στέφανο τον Βυζάντιο, ο οποίος απέδιδε την καταγωγή της στον Ωκεανό. Σύμφωνα με τη μυθολογία, απέκτησε τον Βίθυ από … Dictionary of Greek
Φαβινιάνα — (Favignana). Το μεγαλύτερο από τα νησιά Αιγάδες ή Αίγουσες της Μεσογείου, η αρχαία Αίγουσα ή Αιγούσα. Βρίσκεται απέναντι από τις δυτικές ακτές της Σικελίας και υπάγεται διοικητικά στην ιταλική επαρχία Τράπανι, όπως και τα νησιά Μαρέτιμο και… … Dictionary of Greek
Χαιρώνεια — I Αρχαία πόλη της Βοιωτίας, στα όρια της αρχαίας Φωκίδας, στη θέση όπου βρίσκεται το σημερινό ομώνυμο χωριό, η οποία γνώρισε σημαντική ακμή στην αρχαιότητα. Ήταν πατρίδα του Πλούταρχου και η ονομασία της συνδέεται κυρίως με την περίφημη μάχη του… … Dictionary of Greek